- ὑπονοουμένου
- ὑπονοέωsuspectpres part mp masc/neut gen sg (attic epic doric)ὑπονοέωsuspectpres part mp masc/neut gen sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Γκράις, Πολ Χέρμπερτ — (Paul Herbert Grice, 1913 – 1988). Βρετανός φιλόσοφος. Ασχολήθηκε με τη φιλοσοφία της γλώσσας και από τα τέλη της δεκαετίας του 1930 έως το 1967 ανήκε στο διδακτικό προσωπικό του πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Το 1967 ονομάστηκε καθηγητής στο… … Dictionary of Greek
μεταφυσική — Φιλοσοφικός κλάδος, ο οποίος ασχολείται με υπεραισθητικές πραγματικότητες, προσεγγίζοντας τον υλικό κόσμο μέσα από το πρίσμα του πνεύματος. Η προέλευση του όρου μ. είναι περίεργη, γιατί προέρχεται από την τοποθέτηση των έργων του Αριστοτέλη που… … Dictionary of Greek